lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλένω στα γαλλικά

Λέξη:
πλένω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (7):
ablutionner, laver, blanchir, lessiver, débarbouiller, abluer, délaver
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά πλένω, πλένω χέρια ονειροκρίτης, πλένω τα χέρια μου, πλένω τα δόντια μου, πλένω ρούχα ονειροκρίτης, πλένω πλύνω, πλένω στα γαλλικά, ablutionner στα ελληνικά
πλένω στα γαλλικά