lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλένω στα φινλανδικά

Λέξη:
πλένω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (3):
huuhdella, huuhtoa, pestä
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά πλένω, πλένω χέρια ονειροκρίτης, πλένω τα χέρια μου, πλένω τα δόντια μου, πλένω ρούχα ονειροκρίτης, πλένω πλύνω, πλένω στα φινλανδικά, huuhdella στα ελληνικά
πλένω στα φινλανδικά