lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλένω στα ουγγρική

Λέξη:
πλένω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (5):
mosakszik, mosni, elmosni, megmos, megmosakszik
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική πλένω, πλένω χέρια ονειροκρίτης, πλένω τα χέρια μου, πλένω τα δόντια μου, πλένω ρούχα ονειροκρίτης, πλένω πλύνω, πλένω στα ουγγρική, mosakszik στα ελληνικά
πλένω στα ουγγρική