lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκουπίζω στα δανική

Λέξη:
σκουπίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (7):
skure, viske, gnide, børste, feje, ferie, soppe
Σχετικές λέξεις:
δανική σκουπίζω, σκουπίζω όνειρο, σκουπίζω στα αγγλικά, σκουπίζω ονειροκρίτης, σκουπίζω αόριστος, σκουπίζω αγγλικα, σκουπίζω στα δανική, skure στα ελληνικά
σκουπίζω στα δανική