lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκουπίζω στα πολωνική

Λέξη:
σκουπίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
ścierać, wycierać, zamiatać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική σκουπίζω, σκουπίζω όνειρο, σκουπίζω στα αγγλικά, σκουπίζω ονειροκρίτης, σκουπίζω αόριστος, σκουπίζω αγγλικα, σκουπίζω στα πολωνική, ścierać στα ελληνικά
σκουπίζω στα πολωνική