lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθορίζω στα ισπανικά

Λέξη:
καθορίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (6):
especificar, precisar, definir, detallar, enumerar, pormenorizar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά καθορίζω, καθορίζω συνώνυμα, καθορίζω στα γαλλικά, καθορίζω στα αγγλικά, καθορίζω ετυμολογία, καθορίζω translation, καθορίζω στα ισπανικά, especificar στα ελληνικά
καθορίζω στα ισπανικά