lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πετώ στα ισπανικά

Λέξη:
πετώ (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (19):
abalanzarse, achacar, arrojar, botar, botánica, derrocar, derrumbar, desechar, disparar, echar, echarse, lanzar, lanzarse, precipitar, proyectar, saltar, tirar, tirarse, vibrar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά πετώ, πετώ ψηλά, πετώ ονειροκρίτης, πετώ conjugation, πετάω συνώνυμο, πετάω συνώνυμα, πετώ στα ισπανικά, abalanzarse στα ελληνικά
πετώ στα ισπανικά