lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φυλακισμένος στα ισπανικά

Λέξη:
φυλακισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (7):
cautivo, preso, prisionero, rehén, detenido, presidiario, recluso
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά φυλακισμένος, φυλακισμένοσ κόσμοσ, φυλακισμένος της διπλανής πόρτας θεσσαλονικη, φυλακισμένος της διπλανής πόρτας, φυλακισμένος άφησε εγκύους τέσσερις δεσμοφύλακες, ονειροκρίτης φυλακισμένος, φυλακισμένος στα ισπανικά, cautivo στα ελληνικά
φυλακισμένος στα ισπανικά