lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φυλακισμένος στα πολωνική

Λέξη:
φυλακισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
jeniec, więzień
Σχετικές λέξεις:
πολωνική φυλακισμένος, φυλακισμένοσ κόσμοσ, φυλακισμένος της διπλανής πόρτας θεσσαλονικη, φυλακισμένος της διπλανής πόρτας, φυλακισμένος άφησε εγκύους τέσσερις δεσμοφύλακες, ονειροκρίτης φυλακισμένος, φυλακισμένος στα πολωνική, jeniec στα ελληνικά
φυλακισμένος στα πολωνική