lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χοντρός στα ισπανικά

Λέξη:
χοντρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (22):
abultado, adiposo, ancho, craso, cumplido, espeso, gordo, gran, grande, grasa, grasiento, graso, grosero, grueso, manteca, obeso, pingüe, rollizo, tosco, unto, untuoso, voluminoso
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά χοντρός, χοντρός χοντρός καλόγερος με γένια στο κεφάλι, χοντρός συνώνυμα, χοντρός λιγνός μενίδι, χοντρός λιγνός, χοντρός και λιγνός ταινίες, χοντρός στα ισπανικά, abultado στα ελληνικά
χοντρός στα ισπανικά