lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χοντρός στα ρωσικά

Λέξη:
χοντρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (15):
большой, великий, грубый, густой, жирен, жирный, жировой, крупен, крупный, маслянистый, масляный, объемистый, приправа, смалец, толстый
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά χοντρός, χοντρός χοντρός καλόγερος με γένια στο κεφάλι, χοντρός συνώνυμα, χοντρός λιγνός μενίδι, χοντρός λιγνός, χοντρός και λιγνός ταινίες, χοντρός στα ρωσικά, большой στα ελληνικά
χοντρός στα ρωσικά