lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατακτώ στα λευκορωσίας

Λέξη:
κατακτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
заваёўваць, пакараць, пераадолець, перамагчы
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας κατακτώ, κατακτώ συνώνυμα, κατακτώ στα αγγλικά, κατακτώ μετάφραση, κατακτώ αγγλικά, κατακτώ english, κατακτώ στα λευκορωσίας, заваёўваць στα ελληνικά
κατακτώ στα λευκορωσίας