lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατακτώ στα νορβηγικά

Λέξη:
κατακτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (9):
erobre, underkaste, beseire, overvelde, slå, få, hinna, oppnå, vinne
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά κατακτώ, κατακτώ συνώνυμα, κατακτώ στα αγγλικά, κατακτώ μετάφραση, κατακτώ αγγλικά, κατακτώ english, κατακτώ στα νορβηγικά, erobre στα ελληνικά
κατακτώ στα νορβηγικά