lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατακτώ στα πολωνική

Λέξη:
κατακτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
podbijać, pokonać, zdobywać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική κατακτώ, κατακτώ συνώνυμα, κατακτώ στα αγγλικά, κατακτώ μετάφραση, κατακτώ αγγλικά, κατακτώ english, κατακτώ στα πολωνική, podbijać στα ελληνικά
κατακτώ στα πολωνική