lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πρόσφατος στα λευκορωσίας

Λέξη:
πρόσφατος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
дзевяць, новы
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας πρόσφατος, πρόσφατος συνώνυμο, πρόσφατος σεισμός στην ελλάδα, πρόσφατος σεισμός, πρόσφατος νόμος για τα ναρκωτικά, πρόσφατος στα λευκορωσίας, дзевяць στα ελληνικά
πρόσφατος στα λευκορωσίας