lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πρόσφατος στα ρωσικά

Λέξη:
πρόσφατος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (3):
недавний, новый, свежий
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά πρόσφατος, πρόσφατος συνώνυμο, πρόσφατος σεισμός στην ελλάδα, πρόσφατος σεισμός, πρόσφατος νόμος για τα ναρκωτικά, πρόσφατος στα ρωσικά, недавний στα ελληνικά
πρόσφατος στα ρωσικά