lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πρόσφατος στα γερμανικά

Λέξη:
πρόσφατος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
jüngst, neu, frisch, frischen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά πρόσφατος, πρόσφατος συνώνυμο, πρόσφατος σεισμός στην ελλάδα, πρόσφατος σεισμός, πρόσφατος νόμος για τα ναρκωτικά, πρόσφατος στα γερμανικά, jüngst στα ελληνικά
πρόσφατος στα γερμανικά