lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλυσίδα στα λιθουανική

Λέξη:
αλυσίδα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (3):
grandinė, grandinėlė, vėrinys
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική αλυσίδα, αλυσίδα φροντιστηρίων s, αλυσίδα φούρνων σωματεμπορία, αλυσίδα φούρνων, αλυσίδα σπύρου, αλυσίδα ποδηλάτου, αλυσίδα στα λιθουανική, grandinė στα ελληνικά
αλυσίδα στα λιθουανική