lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλυσίδα στα τσεχική

Λέξη:
αλυσίδα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (10):
poutat, pouto, řetěz, spojovat, spoutat, svazek, vázat, provaz, šňůra, řetízek
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αλυσίδα, αλυσίδα φροντιστηρίων s, αλυσίδα φούρνων σωματεμπορία, αλυσίδα φούρνων, αλυσίδα σπύρου, αλυσίδα ποδηλάτου, αλυσίδα στα τσεχική, poutat στα ελληνικά
αλυσίδα στα τσεχική