lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλυσίδα στα βουλγαρικά

Λέξη:
αλυσίδα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά αλυσίδα, αλυσίδα φροντιστηρίων s, αλυσίδα φούρνων σωματεμπορία, αλυσίδα φούρνων, αλυσίδα σπύρου, αλυσίδα ποδηλάτου, αλυσίδα στα βουλγαρικά, желязо στα ελληνικά
αλυσίδα στα βουλγαρικά