lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατοχή στα ουγγρική

Λέξη:
κατοχή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
tulajdonjog, ildomos, jelleg, saját, tulajdon, tulajdonság, vagyon
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική κατοχή, κατοχή στην ελλάδα, κατοχή στην αθήνα, κατοχή πιστοποιητικού adr, κατοχή ναρκωτικών ποινή, κατοχή μεσολογγίου, κατοχή στα ουγγρική, tulajdonjog στα ελληνικά
κατοχή στα ουγγρική