lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φωτίζω στα ουγγρική

Λέξη:
φωτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
megvilágít, világítani
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική φωτίζω, φωτίζω συνώνυμα, φωνάζω συνώνυμα, φωτίζω στα ουγγρική, megvilágít στα ελληνικά
φωτίζω στα ουγγρική