lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φωτίζω στα ρωσικά

Λέξη:
φωτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (5):
иллюминировать, освещать, светить, сиять, освящать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά φωτίζω, φωτίζω συνώνυμα, φωνάζω συνώνυμα, φωτίζω στα ρωσικά, иллюминировать στα ελληνικά
φωτίζω στα ρωσικά