lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυτόνομος στα ουκρανικά

Λέξη:
αυτόνομος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
автономний, нетовариський
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αυτόνομος, αυτόνομος συνώνυμα, αυτόνομος συναγερμός, αυτόνομος σημασία, αυτόνομος οργανισμός εργατικής κατοικίας, αυτόνομος οικοδομικός οργανισμός αξιωματικών, αυτόνομος στα ουκρανικά, автономний στα ελληνικά
αυτόνομος στα ουκρανικά