lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκλαβώνω στα πολωνική

Λέξη:
σκλαβώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
ujarzmiać, ujarzmić, zniewolić
Σχετικές λέξεις:
πολωνική σκλαβώνω, σκλαβώνω στα πολωνική, ujarzmiać στα ελληνικά
σκλαβώνω στα πολωνική