lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκλαβώνω στα ιταλικά

Λέξη:
σκλαβώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
assoggettare, soggiogare, sottomettere, addomesticare, domare, plagiare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά σκλαβώνω, σκλαβώνω στα ιταλικά, assoggettare στα ελληνικά
σκλαβώνω στα ιταλικά