lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκλαβώνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
σκλαβώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
avacalhar, sujeitar, escravizar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά σκλαβώνω, σκλαβώνω στα πορτογαλικά, avacalhar στα ελληνικά
σκλαβώνω στα πορτογαλικά