lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κολλητικός στα πορτογαλικά

Λέξη:
κολλητικός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
contagioso, infeccioso, pegajoso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κολλητικός, σταφυλοκοκκος κολλητικός, έρπης κολλητικός, κολλητικός στα πορτογαλικά, contagioso στα ελληνικά
κολλητικός στα πορτογαλικά