lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συντροφιά στα πορτογαλικά

Λέξη:
συντροφιά (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
companhia, casino, comunidade, sociedade
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά συντροφιά, συντροφιά ψαράδες, συντροφιά των εννέα, συντροφιά πρέσπεσ, συντροφιά μου θέλω τους φτωχούς τους ταπεινούς κείνους που δεν ξέρουν παρά μόνο να μοχτούν, συντροφιά με τον χριστό, συντροφιά στα πορτογαλικά, companhia στα ελληνικά
συντροφιά στα πορτογαλικά