lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φαίνομαι στα ρωσικά

Λέξη:
φαίνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (15):
вид, воздух, выглядеть, выглядывать, доказывать, ждать, казать, мелодия, наружность, облик, обнаружить, показать, показывать, появление, являть
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά φαίνομαι, φαίνομαι συνώνυμο, φαίνομαι στα αγγλικά, φαίνομαι παράγωγα, φαίνομαι ομόρριζα, φαίνομαι μικρότερη, φαίνομαι στα ρωσικά, вид στα ελληνικά
φαίνομαι στα ρωσικά