lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φαίνομαι στα πολωνική

Λέξη:
φαίνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (8):
aparycja, pojawiać, pokazywać, ukazać, ukazywać, wygląd, wyglądać, zjawiać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική φαίνομαι, φαίνομαι συνώνυμο, φαίνομαι στα αγγλικά, φαίνομαι παράγωγα, φαίνομαι ομόρριζα, φαίνομαι μικρότερη, φαίνομαι στα πολωνική, aparycja στα ελληνικά
φαίνομαι στα πολωνική