lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απρόσεκτος στα τσεχική

Λέξη:
απρόσεκτος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (20):
bezmyšlenkovitý, bezstarostný, ledabylý, lehkomyslný, lehkovážný, lehký, nedbalý, neopatrný, nepozorný, nepředložený, nerozvážný, neuvážený, nešetrný, nicotný, povrchní, roztržitý, splašený, těkavý, unáhlený, zbrklý
Σχετικές λέξεις:
τσεχική απρόσεκτος, απρόσεκτοσ συχνά αδιάφοροσ ποτέ, απρόσεκτοσ κύκνοσ, απρόσεκτος συνώνυμο, απρόσεκτος συνώνυμα, απρόσεκτος στα αγγλικά, απρόσεκτος στα τσεχική, bezmyšlenkovitý στα ελληνικά
απρόσεκτος στα τσεχική