lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λίπασμα στα τσεχική

Λέξη:
λίπασμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (6):
hnojivo, hnůj, lejno, mrva, neřád, neřádstvo
Σχετικές λέξεις:
τσεχική λίπασμα, λίπασμα τιμή, λίπασμα πάνθηρας, λίπασμα κομπλεζάλ, λίπασμα ελιές, λίπασμα ελιάς, λίπασμα στα τσεχική, hnojivo στα ελληνικά
λίπασμα στα τσεχική