lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λίπασμα στα ουγγρική

Λέξη:
λίπασμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική λίπασμα, λίπασμα τιμή, λίπασμα πάνθηρας, λίπασμα κομπλεζάλ, λίπασμα ελιές, λίπασμα ελιάς, λίπασμα στα ουγγρική, trágya στα ελληνικά
λίπασμα στα ουγγρική