lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βελτιώνω στα φινλανδικά

Λέξη:
βελτιώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (8):
jalostaa, kehittää, korjata, parantaa, kurittaa, oikoa, tarkistaa, hioa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά βελτιώνω, βελτιώνω την πόλη μου αιτήματα παράπονα και προτάσεις πολιτών, βελτιώνω την πόλη μου, βελτιώνω την ορθογραφία μου, βελτιώνω τα αγγλικά μου, βελτιώνω συνώνυμα, βελτιώνω στα φινλανδικά, jalostaa στα ελληνικά
βελτιώνω στα φινλανδικά