lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πεπρωμένο στα φινλανδικά

Λέξη:
πεπρωμένο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (10):
arpa, elämänkohtalo, erä, hirvi, kohtalo, omaisuus, onnetar, osa, rikkaus, sallimus
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά πεπρωμένο, πεπρωμένο φυγείν αδύνατον, πεπρωμένο φυγείν αδύνατο, πεπρωμένο σχέσης, πεπρωμένο συνώνυμο, πεπρωμένο στίχοι, πεπρωμένο στα φινλανδικά, arpa στα ελληνικά
πεπρωμένο στα φινλανδικά