lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δηλητηριάζω στα αγγλικά

Λέξη:
δηλητηριάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (3):
poison, envenom, intoxicate
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά δηλητηριάζω, δηλητηριάζω στα αγγλικά, poison στα ελληνικά
δηλητηριάζω στα αγγλικά