lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ικετεύω στα αγγλικά

Λέξη:
ικετεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (12):
beg, beseech, conjure, crave, entreat, implore, plead, pleaded, pray, reproach, sue, supplicate
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά ικετεύω, σε ικετεύω, ικετεύω αρχαία, ικετεύω αντίθετο, ικετεύω στα αγγλικά, beg στα ελληνικά
ικετεύω στα αγγλικά