lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ικετεύω στα νορβηγικά

Λέξη:
ικετεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (3):
bønnfalle, frabe, trygle
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ικετεύω, σε ικετεύω, ικετεύω αρχαία, ικετεύω αντίθετο, ικετεύω στα νορβηγικά, bønnfalle στα ελληνικά
ικετεύω στα νορβηγικά