lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ικετεύω στα τσεχική

Λέξη:
ικετεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (5):
přiznat, vzývat, zaklínat, zapřísahat, zažehnávat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ικετεύω, σε ικετεύω, ικετεύω αρχαία, ικετεύω αντίθετο, ικετεύω στα τσεχική, přiznat στα ελληνικά
ικετεύω στα τσεχική