lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καύσιμο στα αγγλικά

Λέξη:
καύσιμο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (4):
opal, fuel, gasoline, propellant
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά καύσιμο, καύσιμο υδρογόνο, καύσιμο υβριδικό, καύσιμο λίπους, καύσιμο για φοντύ, καύσιμο για kerosun, καύσιμο στα αγγλικά, opal στα ελληνικά
καύσιμο στα αγγλικά