lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καύσιμο στα τσεχική

Λέξη:
καύσιμο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (4):
opál, hořlavina, palivo, topivo
Σχετικές λέξεις:
τσεχική καύσιμο, καύσιμο υδρογόνο, καύσιμο υβριδικό, καύσιμο λίπους, καύσιμο για φοντύ, καύσιμο για kerosun, καύσιμο στα τσεχική, opál στα ελληνικά
καύσιμο στα τσεχική