lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καπό στα βουλγαρικά

Λέξη:
καπό (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά καπό, το καπό, ολιβιέ καπό, καπό στα αγγλικα, καπό αυτοκινήτου, καπό αγγλικά, καπό στα βουλγαρικά, маска στα ελληνικά
καπό στα βουλγαρικά