lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καπό στα λευκορωσίας

Λέξη:
καπό (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
каптурык, чэпчык, маска
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας καπό, το καπό, ολιβιέ καπό, καπό στα αγγλικα, καπό αυτοκινήτου, καπό αγγλικά, καπό στα λευκορωσίας, каптурык στα ελληνικά
καπό στα λευκορωσίας