lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καπό στα ρωσικά

Λέξη:
καπό (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (6):
фуражка, чепец, чепчик, капот, личина, маска
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά καπό, το καπό, ολιβιέ καπό, καπό στα αγγλικα, καπό αυτοκινήτου, καπό αγγλικά, καπό στα ρωσικά, фуражка στα ελληνικά
καπό στα ρωσικά