lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καπό στα ιταλικά

Λέξη:
καπό (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (5):
berretto, cofano, cuffia, cappuccio, maschera
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά καπό, το καπό, ολιβιέ καπό, καπό στα αγγλικα, καπό αυτοκινήτου, καπό αγγλικά, καπό στα ιταλικά, berretto στα ελληνικά
καπό στα ιταλικά