lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σπουδάζω στα βουλγαρικά

Λέξη:
σπουδάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
питам, обучавам
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά σπουδάζω, σπουδάζω στην πυλαία, σπουδάζω στη γαλλία, σπουδάζω στα αγγλικά, σπουδάζω σημασία, σπουδάζω με υποτροφία, σπουδάζω στα βουλγαρικά, питам στα ελληνικά
σπουδάζω στα βουλγαρικά