lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άβυσσος στα γαλλικά

Λέξη:
άβυσσος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (11):
abysse, abîme, blackbouler, couler, disparaître, gorge, gouffre, profondeur, précipice, raffoler, échouer
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά άβυσσος, άβυσσοσ άβυσσον επικαλείται, άβυσσος ψάρια, άβυσσος συνώνυμο, άβυσσος ορισμός, άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, άβυσσος στα γαλλικά, abysse στα ελληνικά
άβυσσος στα γαλλικά