lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άβυσσος στα ουγγρική

Λέξη:
άβυσσος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
szakadék, elveszni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική άβυσσος, άβυσσοσ άβυσσον επικαλείται, άβυσσος ψάρια, άβυσσος συνώνυμο, άβυσσος ορισμός, άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, άβυσσος στα ουγγρική, szakadék στα ελληνικά
άβυσσος στα ουγγρική