lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανώμαλος στα γαλλικά

Λέξη:
ανώμαλος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (25):
accidenté, anomal, anormal, bourru, capricant, disparate, disproportionné, déréglé, désordonné, erratique, fou, heurté, hétéroclite, incorrect, inga, inégal, irrégulier, journalier, montueux, pathologique, raboteux, saccadé, scabreux, tourmenté, âpre
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά ανώμαλος, ανώμαλος στα γαλλικά, accidenté στα ελληνικά
ανώμαλος στα γαλλικά